Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου ένας στρατιώτης έχασε τη μονάδα του μέσα στον χαμό των εκρήξεων και τον πυροβόλων.
Έψαξε για τους συμπολεμιστές του αλλά
προς μεγάλη του θλίψη δεν μπόρεσε να τους βρει.
Είχε μείνει μόνος του σε κείνο το τόπο. Άκουγε τους εχθρούς να έρχονται κατά το μέρος του. Απεγνωσμένα έψαχνε για καταφύγιο και κάποια στιγμή το μάτι του έπεσε σε
κάποιες σπηλιές στα αντυκρινά βράχια. Γρήγορα σκαρφάλωσε και χώθηκε σε μια από αυτές.
Παρότι ήταν για την ώρα ασφαλής, διαπίστωσε ότι οι εχθροί δεν θα αργούσαν να σκαρφαλώσουν κι αυτοί, να ψάξουν τις σπηλιές να τον βρουν και να τον σκοτώσουν.
Όση ώρα περίμενε προσευχήθηκε στο Θεό…
«Σε παρακαλώ Θεέ μου, αν θέλεις προστάτεψε με. Παρόλα αυτά ότι είναι θέλημα σου σε αγαπώ και σε εμπιστεύομαι».
Έψαξε για τους συμπολεμιστές του αλλά
προς μεγάλη του θλίψη δεν μπόρεσε να τους βρει.
Είχε μείνει μόνος του σε κείνο το τόπο. Άκουγε τους εχθρούς να έρχονται κατά το μέρος του. Απεγνωσμένα έψαχνε για καταφύγιο και κάποια στιγμή το μάτι του έπεσε σε
κάποιες σπηλιές στα αντυκρινά βράχια. Γρήγορα σκαρφάλωσε και χώθηκε σε μια από αυτές.
Παρότι ήταν για την ώρα ασφαλής, διαπίστωσε ότι οι εχθροί δεν θα αργούσαν να σκαρφαλώσουν κι αυτοί, να ψάξουν τις σπηλιές να τον βρουν και να τον σκοτώσουν.
Όση ώρα περίμενε προσευχήθηκε στο Θεό…
«Σε παρακαλώ Θεέ μου, αν θέλεις προστάτεψε με. Παρόλα αυτά ότι είναι θέλημα σου σε αγαπώ και σε εμπιστεύομαι».